Μπορεί εδώ και χρόνια να έχω χάσει την φοιτητική μου ιδιότητα, όπως έχασα την ταχύτητα μου, ή και τα μαλλιά μου που άρχισαν να ασπρίζουν… Άρχισα να συμβιβάζομαι και να διστάζω, να πατάω τις «κόκκινες γραμμές» που μου βάζει το μυαλό μου, η κοινωνία, η κυβέρνηση και η Τρόικα. Δεν κοιτάω πλέον τον ήλιο με κουράζει, με τυφλώνει. Σκύβω καθημερινά το κεφάλι ακολουθώντας το ίδιο μονοπάτι με την ίδια βαριεστημένη περπατησιά. Θυμώνω με αυτά που συμβαίνουν γύρω μου, νευριάζω, αγανακτώ ξεσπάω στο ίντερνετ, στους δικούς μου ανθρώπους, στους φίλους. Ξέχασα τα όνειρα μου, ξέχασα να διεκδικώ αυτό που θεωρώ σωστό. Ξέχασα να αγαπώ τον εαυτό μου. Το παιδί μέσα μου με δικάζει αδιάκοπα κάθε βράδυ και περιμένω ως λύτρωση της πρώτες αχτίδες του ήλιου για να ξεγλιστρήσω από την ποινή μου. Έκλεισα την τηλεόραση, έκλεισα τον υπολογιστή. Άνοιξα ένα παλιό κιτρινισμένο βιβλίο που είχα ξεχάσει εδώ και χρόνια στη βιβλιοθήκη μου. Ήταν το δώρο ενός παλιού φίλου, ενός συμφοιτητή μου που είχαμ
"Αφήστε ήσυχους αυτούς που γεννιούνται! Μεριάστε να μεγαλώσουν. Μην τα 'χετε σκεφτεί όλα γι' αυτούς. Μην τους διαβάζετε το ίδιο βιβλίο. Αφήστε τους ν' ανακαλύψουν την αυγή Και να δώσουν όνομα στα φιλιά τους. Θέλω να κουραστείς μαζί μου Για κάθε τι ωραίο. Για καθετί που μας γερνάει. Για καθετί που το' χουν έτοιμο. Για να κουράσουν τους άλλους. Ας κουραστούμε μ' αυτό που σκοτώνει Και μ΄ αυτό που δεν θέλει να πεθάνει". Pablo Neruda